φυτοζωία

φυτοζωία
η, Ν [φυτοζωώ]
το να ζει κανείς σαν φυτό, να φυτοζωεί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φυτοζωία — η το να φυτοζωεί (βλ. λ.) κανείς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”